Μην ρωτάς που είναι οι άνεργοι, εννάμισυ εκατομμύριο άψυχες υπάρξεις. Μέτρησέ τους εκεί που ανήκουν. Διάγραψέ τους από τους υπολογισμούς σου. Δεν πρόκειται να έλθουν ποτέ στη διαδήλωση. Δεν θα τους συναντήσεις πουθενά. Οι υπάρξεις τους γένηκαν ένα με τις σκιές τους.
Μη ρωτάς λοιπόν. Μάθε μόνο το δρόμο που δεν φτάνει κοντά τους. Γιατί δεν θα σε χρειασθούν ποτέ, μήτε τροφή θα σου ζητήσουν, μήτε νερό. Τους είσαι αδιάφορη καλή μου, μην απλώνεις το χέρι σου πάνω στ΄αυλάκια των πληγών τους. Κι' αν από το παράθυρό τους αντικρύσεις το βάζο με τα λουλούδια να ξέρεις πως είναι πλαστικά..
Κι' αν πάλι δείς φώς, μην ξεγελασθείς. Είναι το λυχνάρι του Πλούτωνα, Πότε μια τηλεόραση στο γαλαζωπό του θανάτου, πότε μια λάμπα πετρελαίου, πότε ένα λειωμένο κερί. Μην πλησιάσεις.
Κάποια μέρα τα λουλούδια θα μαραθούν, η παραφίνη στη λάμπα θα σωθεί, το λάδι στο καντήλι θα τελειώσει. ο ιδιοκτήτης τους θα τ' αφήσει κληρονομιά στους ιατροδικαστές του θανάτου του.
Μόνο καλή μου κάνε μου κι' αυτή τη χάρη. Πήγαινε να πείς στους ερευνητές της κοινωνίας, στους αναλυτές της πολιτικής πως το καθρέφτιμά τους καταστάλαξε βαθεία μες στην ψυχή τους.
Τί ξέρουν αυτοί από κατάθλιψη, κανείς τους δεν ξέρει. Κι' αυτοί που την κατέχουν δεν θα τη διδάξουν ποτέ. Ένας άλλος κόσμος, σ' άλλους δρόμους, σ' απρόσιτα μονοπάτια. Κήποι μυστικοί οι ψυχές τους, κανείς ξεναγός δεν τους χρειάζεται.
Βυθισμένοι στον καπνό ενός τσιγάρου,γύρευε ποιό χέρι τους τόδωσε, γύρευε ποιά φωτιά έστερξε να προσφερθεί. Είναι κεί και ονειρεύονται, τα του άλλου κόσμου πια. Είναι κεί με τις μόνες εικόνες τους τις μορφές αυτών που έφυγαν, βλέπουν το χέρι να τους γνέφει, ελάτε.
Δεν ξέρεις καλή μου νεράϊδα, δεν θα μάθεις ποτέ. Για τα μονοπάτια τους, χωριστά και μοναχικά με τις δικές του ο καθένας εικόνες. Και είναι βέβηλο να τσουβαλιασθεί τούτη τους η βίωση, τούτα τους τα ιερά μονοπάτια, του καθενός τα βήματα σ' ένα άθροισμα, μια ομοιοταξία αυτόχειρων άλλοι για ερωτικούς, άλλοι οικονομικούς και άλλοι για μυστικούς λόγους.
Ξεφορτώνονται τούτων οι ψυχές με μια -δυό τμπέλες, μονόλογα και μονόστηλα χάριν συντομίας, μην πολλαπλασιαστεί το κακό, μη γεννήσει, μην αφήσει πίσω του σπόρο. Αμ δε.
Σαν το γιατί δεν μπορεί να διατυπωθεί κάθε χρόνος είναι χρόνος α-σήμαντος, κάθε τόπος μένει ξένος, κάθε σκέψη και κάθε της λέξη κενή. Απώλεια δεν είναι η φθορά του σώματος. Αλλά, η συμπύκνωση κάθε διάστασης της ζωής στη μάζα μιας σταγόνας που λιμνάζει στην ψυχή, ένα δάκρυ χωρίς αποδέκτη. Είναι το αιώνια ασυμβίβαστο με την αλήθεια και τη ζωή.
σημ: ένας από τους εκατοντάδες μικρούς παρακείμενους που γράφτηκε στις 15 Οκτώβρη του 2015 αλλά ποτέ δεν ανέβηκε στο φως του διαδικτύου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.